Επιβεβαιώθηκε και δημόσια πως η κυβέρνηση επεξεργάζεται την εφαρμογή της ελληνικής «απάντησης» στο γερμανικό εισιτήριο των 9 ευρώ, ενός μέτρου δηλαδή για την παροχή φθηνότερων μετακινήσεων για την αντιμετώπίσης του πληθωρισμού και του ενεργειακού κόστους τον ερχόμενο δύσκολο χειμώνα.
Σε χτεσινή του συνέντευξη στην τηλεόραση του ΣΚΑΙ, ερωτώμενος για το αν βρίσκεται στο τραπέζι ένα «γερμανικό» σχέδιο μείωσης της τιμής των εισιτηρίων στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Γιάννης Οικονόμου απάντησε πως και το συγκεκριμένο μέτρο είναι ένα από αυτά που εξετάζει η κυβέρνηση, που δεν μένει στις διαπιστώσεις ή στις συνηθισμένες κινήσεις.
Τις τελευταίες εβδομάδες, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης επεξεργάζεται τη μορφή που θα λάβει το ελληνικό «κλιματικό εισιτήριο», εξετάζοντας διάφορα μοντέλα για παροχή εκπτώσεων ή δωρεάν μετακινήσεων για συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα.
Ανάμεσα στις προτάσεις που έχουν πέσει στο τραπέζι είναι και η παροχή δωρεάν μετακινήσεων στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς για νέους ως την ηλικία των 29 ετών. Το συγκεκριμένο μέτρο εκτιμάται ότι θα βοηθήσει και την προσέγγιση αυτής της ηλικιακής ομάδας από το κυβερνών κόμμα, κάτι που αποτελεί ζητούμενο ενόψει και των επόμενων εκλογών. Στα πλαίσια αυτά εξάλλου ετοιμάζονται και μέτρα για την στεγαστική πολιτική αλλά και νέα αύξηση του κατώτατου μισθού.
Πέρα από την παροχή δωρεάν μετακινήσεων σε συγκεκριμένες ηλικιακές ομάδες, στο τραπέζι βρίσκεται (ακόμα και συνδυαστικά) και το μοντέλο της Αυστρίας, όπου μέσω του Klimaticket, το οποίο εφαρμόστηκε από τα τέλη του 2021, είναι δυνατή η αγορά ενός εισιτηρίου απεριορίστων διαδρομών με όλα τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς της χώρας και με ετήσια ισχύ. Το κύριο αντεπιχείρημα για το μέτρο αυτό είναι η οικονομική και γενικότερη αβεβαιότητα λόγω της οποίας εκτιμάται πως δεν είναι μεγάλος ο αριθμός των πολιτών που θα επέλεγαν να προκαταβάλλουν ένα ποσό για τις μετακινήσεις ολόκληρης της χρονιάς, ακόμα και αν η έκπτωση είναι σημαντική.
Πιο κοντά στην ελληνική νοοτροπία είναι σαφώς το γερμανικό μηνιαίο εισιτήριο των 9 ευρώ το οποίο ίσχυε κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Ουσιαστικά, μέσω της πληρωμής ενός συμβολικού ποσού, οι επιβάτες δικαιούνται απεριόριστες μετακινήσεις ενώ παράλληλα «εκπαιδεύονται» στη χρήση εισιτηρίων απεριορίστων διαδρομών και στην επιλογή των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς αντί των Ι.Χ.
Την ίδια στιγμή, και η Ισπανία παρέχει από αυτό το μήνα και ως το τέλος της χρονιάς δωρεάν μετακινήσεις με τρένα σε μικρές και μεσαίες αποστάσεις, ένα μέτρο που προς το παρόν φαίνεται να είναι δημοφιλές. Στη συγκεκριμένη περίπτωση πάντως πρόκειται για μία χώρα με πιο ανεπτυγμένες επιβατικές σιδηροδρομικές μεταφορές, κάτι που σαφώς και δεν ισχύει στη χώρα μας.
Ένα από τα μεγαλύτερα ερωτηματικά πάντως, μετά και την εξεύρεση του απαραίτητου δημοσιονομικού χώρου, είναι η χωρική ισχύς του συγκεκριμένου μέτρου. Ενώ η παροχή δωρεάν ή εκπτωτικών εισιτηρίων θα πρέπει να θεωρείται ευκολότερη υπόθεση για την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, εκτιμάται ότι θα ήταν λάθος απόφαση να εξαιρεθούν τα αστικά ΚΤΕΛ των υπόλοιπων πόλεων τα οποία και λειτουργούν ως ιδιωτικές επιχειρήσεις. Ένα σημαντικό ερωτηματικό είναι επίσης αν θα επιδοτηθούν και οι υπεραστικές μετακινήσεις μέσω των ΚΤΕΛ αλλά και του σιδηρόδρομου. Κάτι τέτοιο θα ανεβάσει σίγουρα το κόστος του μέτρου, αλλά εκτιμάται πως θα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη μέσω και της τόνωσης του τουρισμού μετά τη λήξη της θερινής τουριστικής περιόδου.
Όποια μορφή και να λάβουν τα μέτρα της κυβέρνησης για την προσφορά φθηνότερων μετακινήσεων, είναι σαφές πως αποτελούν μόνο το ένα μέρος της εξίσωσης. Το κόστος είναι ένας από τους σημαντικότερους ανασταλτικούς παράγοντες για την χρήση των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς αλλά σίγουρα δεν είναι ο μόνος. Η κυβέρνηση θα πρέπει να δώσει εξίσου μεγάλο βάρος στη βελτίωση των συνθηκών μετακίνησης μέσω προσθήκης επιπλέον οχημάτων αλλά και προσλήψεων προσωπικού όπου είναι απαραίτητο. Ιδιαίτερα, καθώς πλησιάζουμε σε μία περίοδο όπου αναμένεται έξαρση του κορωνοϊού άρα και πιθανή μείωση της επιβατικής κίνησης, χρειάζονται μέτρα για τη μακροχρόνια θωράκιση των συγκοινωνιών και όχι μόνο μέτρα με ημερομηνία λήξης εντός της προεκλογικής περιόδου.
Αλέξανδρος Λιάρος